Οι εκπαιδευτικοί στόχοι του σχεδίου ήταν οι ακόλουθοι: σε επίπεδο γνώσεων: η γνώση πληροφοριών από την πλευρά των εκπαιδευόμενων για τη ζωή μεγάλων Ελλήνων συνθετών και η αναγνώριση της μορφής και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των συνθέσεών τους. Σε επίπεδο ικανοτήτων: η απόδοση από τους εκπαιδευόμενους της μελωδίας των επιλεγμένων συνθέσεων και σε επίπεδο συμπεριφορών: η ένταξη τους στην ομάδα (χορωδία) και εξοικείωση τους με τη μουσική.
Οι εκπαιδευτικές τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια του σχεδίου δράσης ήταν η εισήγηση, η εργασία σε ομάδες, οι ερωτήσεις-απαντήσεις, η συζήτηση και η επίδειξη. Τα εκπαιδευτικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν οι Η/Υ, ο βιντεοπροβολέας, τα μουσικά CD, και η μουσική μπάντα.
Οι συνθέτες με τους οποίους ασχοληθήκαμε στη διάρκεια του project ήταν ο Σταύρος Κουγιουμτζής και οι συνθέσεις του «Μη μου θυμώνεις μάτια μου», και «Πήγα στα μέρη», ο Μάνος Λοΐζος με τη «Τζαμάικα», και ο Βασίλης Τσιτσάνης με τις συνθέσεις του «Είμαστε αλάνια» και «Μπαξέ Τσιφλίκι».
Αρχικά στο σχέδιο δράσης μάθαμε κάποιες γενικές πληροφορίες για τη μουσική. Μουσική λοιπόν ορίσαμε την τέχνη που βασίζεται στην οργάνωση ήχων. Σκοπός της είδαμε ότι είναι η σύνθεση, εκτέλεση και ακρόαση/λήψη ενός μουσικού έργου. Πληροφορηθήκαμε επίσης ότι η μουσική παίρνει το όνομά της από τις εννέα Μούσες της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας.
Ξεκινώντας λοιπόν από τον Σταύρο Κουγιουμτζή μάθαμε για αυτόν ότι γεννήθηκε το 1932 σε προσφυγικό καταυλισμό στο Επταπύργιο Θεσσαλονίκης. Μπήκε στο χώρο της μουσικής σε ηλικία 15 ετών, με σπουδές στη Σχολή πιάνου του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης. Το πρώτο τραγούδι του το έγραψε το 1960. Ακολούθησε μια ηθελημένη σιωπή 11 ετών, κατά τη διάρκεια των οποίων επέστρεψε στη γενέτειρα του. Επανήλθε το 1998, με κομμάτια βασισμένα στη βυζαντινή υμνογραφία. Το έργο του είναι ανεκτίμητο. Δεκάδες υπέροχα τραγούδια του έχουν ερμηνευτεί με τις φωνές των Νταλάρα, Αλεξίου, Καλατζή, Μητροπάνου, Μοσχολιού, Καλογιάννη και άλλων πολλών σημαντικών ερμηνευτών.
Όσον αφορά το Μάνο Λοΐζο μάθαμε για τη ζωή και το έργο του ότι γεννήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1937 στο χωριό Άγιοι Βαβατσινιάς της επαρχίας Λάρνακας. Με τη μουσική ασχολήθηκε από τα μαθητικά του χρόνια. Το 1955 ήλθε στην Αθήνα και γράφτηκε αρχικά στη Φαρμακευτική Σχολή και στη συνέχεια στην ΑΣΟΕΕ. Στις αρχές του 1960 αποφάσισε να εγκαταλείψει τις σπουδές του και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη μουσική. To 2007 χαρακτηρίστηκε από το μουσικό χώρο ως έτος Μάνου Λοΐζου, σε ένδειξη τιμής για τα 70 χρόνια από τη γέννησή του και τα 25 χρόνια από το θάνατο του. Ο ίδιος σε συνέντευξή του έχει πει: Όταν έχω κέφια, είμαι σε θέση να μελοποιήσω ακόμα και τον τηλεφωνικό κατάλογο…
Τέλος, όσον αφορά τον πασίγνωστο Βασίλη Τσιτσάνη οι πληροφορίες που συγκεντρώσαμε για τη ζωή και το έργο του είναι ότι γεννήθηκε στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας στις 18 Ιανουαρίου 1915. Στα γυμνασιακά του χρόνια άρχισε να αποκτά κάποιες γνώσεις μουσικής, μαθαίνοντας βιολί. Το φθινόπωρο του 1936 ο Τσιτσάνης ήρθε στην Αθήνα με κύριο σκοπό να σπουδάσει στη Νομική, αλλά γρήγορα τον κέρδισε η μουσική. Μπόλιασε το ρεμπέτικο με δυτικά μελωδικά στοιχεία και το έβγαλε από το περιθώριο. Καινοτόμησε στο στίχο, με την απομάκρυνσή του από τις παραδοσιακές φόρμες του δίστιχου και της ομοιοκαταληξίας και επισημοποίησε και γενίκευσε το ρόλο του ρεφρέν. Με τον Τσιτσάνη, το ρεμπέτικο γίνεται «τέχνη» και η ρήξη με την παράδοση αρχίζει να γίνεται ορατή.