Σχέδιο Δράσης – Ροδακινιά

ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΕΥΤΕΡΗΣ ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΝΑΟΥΣΑΣ

ΤΟ ΡΟΔΑΚΙΝΟ

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ – ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ- ΠΑΡΑΓΩΓΗ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ

Στο πλαίσιο του Διαθεματικού Σχεδίου Δράσεως (Project) για το σχολικό έτος 2023-2024

Νάουσα, Ιούνιος 2024

Περιεχόμενα

1.Εισαγωγή. 3

1.1 Γενικά στοιχεία για τη ροδακινιά. 3

1.2 Βοτανική ταξινόμηση-Μορφολογικά χαρακτηριστικά. 7

1.3 Φυσιολογία ροδακινιάς. 10

1.5 Σχίσιμο πυρήνα. 16

2. Πολλαπλασιασμός και Υποκείμενα. 19

2.1 Υποκείμενα. 19

Τι είναι το υποκείμενο; 19

.. 20

2.2 Υποκείμενα ροδακινιάς που χρησιμοποιούνται σήμερα. 20

2.3 Πολλαπλασιασμός. 22

Πολλαπλασιασµός µε άφυλλα ξυλοποιηµένα µοσχεύµατα. 22

Εγκατάσταση και ανάπτυξη µητρικής φυτείας. 23

3. Ποικιλίες της ροδακινιάς. 28

3.1 Επιτραπέζιες ποικιλίες ροδακινιάς. 29

4. Κλίμα και Έδαφος. 32

4.1 Εγκατάσταση. 32

4.2 Καλλιέργεια εδάφους. 34

4.3 Συστήματα φύτευσης. 34

4.4 Προβλήματα επαναφύτευσης ροδακινεώνα. 34

4.5 Λίπανση. 35

4.6 Αραίωμα καρπών. 36

4.7 Κλάδεμα. 39

5. Φυτοπροστασία. 40

6. Ωρίμανση – Συγκομιδή – Συντήρηση. 42

1.Εισαγωγή

1.1 Γενικά στοιχεία για τη ροδακινιά

Η ροδακινιά είναι δενδρώδης καλλιέργεια με γλυκείς νωπούς καρπούς οι οποίοι συγκομίζονται κατά κανόνα κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών μηνών. Τα καλλιεργούμενα φυτά ανήκουν ταξινομικά στο είδος Prunus persica, και στην οικογένεια Rosaceae. Είναι είδος το οποίο ήταν αυτοφυές φυτό στις περιοχές της βόρειο-δυτικής Κίνας στις οποίες και εξημερώθηκε και καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία περί το 8000 π.Χ.. Σήμερα, υπάρχει πληθώρα καλλιεργούμενων ποικιλιών ανά τον κόσμο, που παρουσιάζουν μεγάλη παραλλακτικότητα. Η παραλλακτικότητα αυτή έγκειται σε διάφορα χαρακτηριστικά τα οποία είναι: Το μέγεθος του καρπού, το χρώμα του καρπού, την αντοχή σε ασθένειες, την ύπαρξη ή μη χνουδιού στο φλοιό της σάρκας, την εποχή άνθισης, την εποχή ωρίμανσης και τη συνεκτικότητα της σάρκας του καρπού και την ευκολία αποχωρισμού της σάρκας από το πυρήνα. Έτσι με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά τα ροδάκινα διαχωρίζονται σε κατηγορίες.

• Με βάση το χρώμα της σάρκας: Κιτρινόσαρκα, Λευκόσαρκα

• Με βάση την ύπαρξη ή μη χνουδιού στο εξωτερικό της σάρκας: Ροδάκινα (με χνούδι), Νεκταρίνια

• Με βάση την ευκολία αποχωρισμού της σάρκας από τον πυρήνα: Συμπύρηνα, Εκπύρηνα

Η ποιότητα των παραγόμενων ροδάκινων, πέραν από τον γενετικό παράγοντα, εξαρτάται από ένα συνδυασμό παραμέτρων που αφορούν τις καλλιεργητικές πρακτικές αλλά και τις κλιματικές συνθήκες καλλιέργειας. Λόγω της υψηλής παραλλακτικότητας που παρουσιάζεται μεταξύ των ποικιλιών ροδάκινων, είναι εφικτή η εγκατάσταση ροδακινεώνων σε πολλές περιοχές του πλανήτη, εφόσον έχουν υψηλή ηλιοφάνεια κατά τους θερινούς μήνες. Η παραγωγή των ροδάκινων παγκοσμίως ανέρχεται σε 24,98 εκατομμύρια τόνους κατά το 2016, όντας η 11η καλλιέργεια φρούτων ως προς την ποσότητα παραγωγής. Η Ελλάδα συγκεκριμένα, αποτελεί την πέμπτη ροδακινοπαραγωγό χώρα στον κόσμο και τρίτη στην Ευρώπη, πίσω από Κίνα, Ισπανία, Ιταλία και Ηνωμένες Πολιτείες.

Συγκεκριμένα, τις καλλιεργητικές περιόδους 2015/16 και 2016/17 η Ελλάδα παρήγαγε 777160 και 788120 τόνους, αντίστοιχα, ενώ για την καλλιεργητική περίοδο 2017/18 αναμένεται αυξημένη παραγωγή της τάξεως των 910000 τόνων, που οφείλεται στις ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου.

Πίνακας 1: Παραγωγή ροδάκινων σε τόνους

ΧΩΡΑ2015-162016-172017-18
Ισπανία158151014758491487444
Ιταλία140850412621271362749
Ελλάδα777160788120910000
Γαλλία217146207004214800

Η καλλιέργεια του ροδάκινου επεκτείνεται κυρίως στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα, με τους νομούς Ημαθίας και Πέλλας να συγκεντρώνουν τη μερίδα του λέοντος. Η συνολική έκταση καλλιέργειας ροδάκινων κατά το 2016 στην Ελλάδα υπολογίζεται περίπου στα 480000 στρέμματα αριθμός που ανέρχεται περίπου στο 1% της συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης της χώρας. H ιδιομορφία των ελληνικών εκμεταλλεύσεων, εν συγκρίσει με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες, έγκειται στο μέγεθος των μεμονωμένων εκμεταλλεύσεων που συνήθως δεν ξεπερνούν τα 50 στρέμματα (USDA FAS EU-28, 2017).

Τo 2016, οι εξαγωγές ανήλθαν σε 169264 τόνους από τους συνολικά 777160 το νους που συγκομίστηκαν, κυρίως σε χώρες όπως η Σερβία, η Ουκρανία, η Βουλγαρία και η Γερμανία.

1.2 Βοτανική ταξινόμηση-Μορφολογικά χαρακτηριστικά

Η ροδακινιά ανήκει στο γένος Prunus, το οποίο περιλαμβάνει επίσης τα νεκταρίνια, τα αμύγδαλα, τα κεράσια, τα δαμάσκηνα και τα βερίκοκα. Η διαφορά που χαρακτηρίζει έναν καρπό ροδάκινο ή νεκταρίνι έγκειται κυρίως στο ότι τα νεκταρίνια έχουν λεία φλούδα, ενώ τα ροδάκινα χοντρό φλοιό. Όμως, και τα δύο χαρακτηρίζονται από έναν πυρήνα ή κουκούτσι στο κέντρο του καρπού (Αλαγιάλης, 2016).

Τα φύλλα της ροδακινιάς διακρίνονται για το μακρόστενο σχήμα τους που έχει περίγραμμα κυματοειδούς μορφής. Χαρακτηριστικό των φύλλων της ροδακινιάς είναι ο μεταχρωματισμός στην άκρη τους, όπως και το λογχοειδές τους σχήμα.

Πίνακας 2:  Βοτανική ταξινόμηση ροδακινιάς

ΒασίλειοΦυτά
ΣυνομοταξίαΑγγειόσπερμα
ΟμοταξίαΔικοτυλύδονα
ΤάξηΡοδώδη (Rosales)
ΟικογένειαΡοδοειδή (Rosaceae)
ΓένοςΠρούμνη (Prunus)
ΕίδοςP. persica
  

Μια ροδακινιά τον 2ο-4ο χρόνο εισέρχεται σε στάδιο ικανοποιητικής καρποφορίας, ενώ η παραγωγική της ζωή υπολογίζεται στα 15-20 χρόνια. Ο βλαστός της ροδακινιάς αναπτύσσεται έως και την ληθαργική περίοδο, αλλά κατόπιν ανθίζει την επόμενη άνοιξη στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, λίγο νωρίτερα ή αργότερα. Μετά τη γονιμοποίηση του άνθους της ροδακινιάς, στο αρχικό στάδιο ανάπτυξης ο καρπός διαμορφώνεται μέσα από ενεργή κυτταρική διαίρεση. Σε επόμενο στάδιο, η ανάπτυξη ολόκληρου του καρπού επιβραδύνεται, αλλά εμφανίζεται η ανάπτυξη των σπόρων και η λιγνίωση του ενδοκαρπίου και τέλος, η ανάπτυξη του περικαρπίου συνεχίζεται μέχρι την ωρίμανση.

Η ανάπτυξη των ανθοφόρων οφθαλμών πραγματοποιείται στα γόνατα των φύλλων κατά μήκος των ετήσιων βλαστών, με αυτούς τους οφθαλμούς να φέρουν καρπούς την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Από κάθε ανθοφόρο οφθαλμό αναπτύσσεται ένα και μόνο άνθος. (Τσιάτσιος, 2018).

Η αναπαραγωγική περίοδος πραγματοποιείται σε τρία στάδια: την άνθιση, τη διαμόρφωση/ διαφοροποίηση ανθοφόρων οφθαλμών και την ανάπτυξη του καρπού.

  • Η έναρξη της ανθοφορίας γίνεται, όταν σταματάει η παραγωγή βλαστικού ιστού και

ξεκινά η παραγωγή ανθικού ιστού στο μερίστωμα.

  • Στο στάδιο της διαφοροποίησης περιλαμβάνεται το φούσκωμα και η άνθιση του άνθους.

Προς τα τέλη του χειμώνα αναπτύσσονται οι πρώτες ανθικές δομές. Στο τέλος του καλοκαιριού, οι οφθαλμοί εισέρχονται στον λήθαργο, ο οποίος σπάει έπειτα από 150 έως 1000 ώρες ψύχους ανάλογα την ποικιλία. Με την ικανοποίηση των αναγκών σε ώρες ψύχους οι οφθαλμοί αρχίζουν να αναπτύσσονται προς την άνθιση.

Η φάση της ανάπτυξης του καρπού εισάγεται με την άνθιση και παύει με τη συγκομιδή του καρπού. Προκειμένου να μεταβεί το φυτό από το άνθος στον καρπό απαιτείται η γονιμοποίηση των ανθέων που συμβαίνει είτε με τον άνεμο, είτε με τη βοήθεια της μέλισσας.

Έτσι, αφού γονιμοποιηθούν τα άνθη αρχίζει η ανάπτυξη του καρπού στα άνθη που έχουν γονιμοποιηθεί και δεν έχουν υποστεί ζημιές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότερες καλλιεργούμενες ποικιλίες της ροδακινιάς είναι αυτογονιμοποιούμενες κι επομένως δεν παρατηρούνται προβλήματα επικονίασης. Ωστόσο, μερικές ποικιλίες χαρακτηρίζονται αυτόστειρες κι έτσι θα πρέπει να καλλιεργηθούν μαζί με άλλες ποικιλίες οι οποίες να ενέχουν την απαιτούμενη γύρη. Απαραίτητο στοιχείο που οδηγεί σε ικανοποιητική γονιμοποίηση θεωρείται και η δράση των επικονιαστών, όπως οι μέλισσες.

Οπότε, μια κυψέλη ανά 4 περίπου στρέμματα μπορεί να διασφαλίσει ικανοποιητική γονιμοποίηση (Αλαγιάλης, 2016).

1.3 Φυσιολογία ροδακινιάς

Η ανάπτυξη των ανθοφόρων οφθαλμών λαμβάνει χώρα στα γόνατα των φύλλων κατά μήκος των ετήσιων βλαστών. Αυτοί οι οφθαλμοί είναι αυτοί που θα φέρουν καρπούς την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Ο ακραίος οφθαλμός σε κάθε ετήσιο βλαστό είναι βλαστοφόρος. Εν αντιθέσει με άλλες καλλιέργειες όπως οι μηλιές, οι ανθοφόροι οφθαλμοί στη ροδακινιά είναι απλοί, που σημαίνει πως από κάθε ανθοφόρο οφθαλμό εκπτύσσεται ένα μόνον άνθος.

Στη ροδακινιά, η βλαστική και ανθική ανάπτυξη θα μπορούσαν να θεωρηθούν δύο ανταγωνιστικές έννοιες. Για αυτό και η εξισορρόπηση μεταξύ των δύο θα πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό, για τη διασφάλιση μιας σταθερής, τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά, παραγωγής. Βασικοί δείκτες αυτής της ισορροπίας αποτελούν το μήκος των ετήσιων βλαστών και το πλήθος των ανθοφόρων οφθαλμών επί αυτών.

Μια αδύναμη βλαστική ανάπτυξη σηματοδοτεί παράλληλα μια επίσης αραιή καρποφορία, καθώς υπάρχουν εξ ορισμού λιγότεροι ανθοφόροι οφθαλμοί ανά γόνατο. Οι καρποί σε αυτές τις περιπτώσεις είναι μικρότεροι από το μέγεθος που θα είχαν δυνητικά σε δέντρο με φυσιολογική ανάπτυξη και συνήθως βρίσκονται στα επάκρια μέρη των κλαδίσκων, ενώ η απόδοση της καλλιέργειας είναι φυσικά χαμηλότερη.

Μια μέση βλαστική ανάπτυξη στο δέντρο θα πρέπει να αποτελεί αυτοσκοπό. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η εμφάνιση ζευγών παράπλευρων ανθοφόρων οφθαλμών εκατέρωθεν ενός βλαστοφόρου πλάγιου οφθαλμού ανά κόμβο είναι συχνότερη. Η ύπαρξη ζευγών ανθοφόρων οφθαλμών ανά κόμβο σε αντιδιαστολή με την ύπαρξη μονών δεν σηματοδοτεί κάποια διαφορά όσον αφορά την παραγωγικότητα του δέντρου. Το στοιχείο που κάνει τη διαφορά είναι ο βλαστοφόρος που υπάρχει μεταξύ των δύο, ο οποίος θα παρέχει με την εκβλάστησή του κάλυψη των καρπών από απευθείας έκθεση των στον ήλιο και τη διαθεσιμότητα των σημαντικών υδατανθράκων για την ανάπτυξη του. Αυτός ο βλαστοφόρος οφθαλμός θα είναι και η απαρχή βλαστών κατά μήκος του βλαστού κατά τα επόμενα χρόνια.

Μια ζωηρή βλαστική ανάπτυξη μειώνει επίσης την παραγωγικότητα του δέντρου, καθώς τα ζεύγη ανθοφόρων συχνά νεκρώνονται και επιτελείται ανάπτυξη των βλαστοφόρων οφθαλμών με απουσία άνθισης.

Η ανθοφορία της ροδακινιάς αποτελεί μια μακρά χρονοβόρα διαδικασία η οποία χωρίζεται σε τρία στάδια:

Έναρξη

Ξεκινά όταν σταματά η παραγωγή του βλαστικού ιστού στις μεριστωματικές περιοχές και αρχίζει η παραγωγή του ανθικού ιστού. Αυτό συμβαίνει συνήθως από τον Ιούνιο, 10 μήνες πριν την άνθιση. Το συγκεκριμένο στάδιο είναι μια βιοχημική διεργασία η οποία ακολουθείται από συγκεκριμένες διεργασίες δομικού χαρακτήρα. Το συγκεκριμένο φαινόμενο ελέγχεται από διάφορες φυτικές ορμόνες όπως οι αυξίνες, οι γιββεριλίνες, οι κυτοκινίνες και το αμπσισικό οξύ.

Διαφοροποίηση/διαμόρφωση ανθοφόρων οφθαλμών

Λαμβάνει χώρα από το στάδιο της έναρξης φουσκώματος ως και την άνθιση. Κατά τις πρώτες εβδομάδες (τέλη χειμώνα) αναπτύσσονται οι πρώτες ανθικές δομές. Το Μάρτιο, κατά τις δύο με τρεις τελευταίες εβδομάδες της ανάπτυξης των οφθαλμών, τα αναπαραγωγικά όργανα είναι ήδη διαμορφωμένα πριν το άνοιγμα του άνθους. Οι διεργασίες που επιτελούνται στους ανθοφόρους οφθαλμούς είναι χρονοβόρες και απαιτούν μήνες έτσι ώστε να επιτελεστούν εις το έπακρο. Στα τέλη του καλοκαιριού, οι οφθαλμοί εισέρχονται στο στάδιο του λήθαργου, μια κατάσταση αδρανούς ανάπτυξης που προκαλείται τόσο από ενδογενείς όσο και από εξωγενείς παράγοντες. Κατά την επόμενη άνοιξη, η ανάπτυξη του οφθαλμού δεν ξεκινά προτού το ‘σπάσιμο’ του λήθαργου. Το ‘σπάσιμο’ του λήθαργου λαμβάνει χώρα αφότου ο οφθαλμός έχει συλλέξει έναν ορισμένο αριθμό ωρών ψύχους σε θερμοκρασίες κάτω των 7 °C και άνω των 0 °C. Στην προκειμένη περίπτωση η ποικιλία June Gold, εξέρχεται από το στάδιο του λήθαργου, αφού «συλλέξει» περί τις 650 ώρες ψύχους.

Ο λήθαργος στα ροδάκινα χωρίζεται σε δύο διακριτά στάδια. Στο πρώτο, κατά τη συσσώρευση των ωρών ψύχους, είναι ένα διάστημα κατά το οποίο οι οφθαλμοί δεν αναπτύσσονται, ακόμα κι αν οι συνθήκες που επικρατούν είναι ευνοϊκές. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου πρέπει να επιτελεστούν κάποιες απαραίτητες χημικές διεργασίες προτού το φυτό είναι σε θέση να αναπτυχθεί εκ νέου. Τα φυτά εισέρχονται στο δεύτερο στάδιο λήθαργου μόλις ικανοποιηθούν οι ανάγκες τους ως προς τις ώρες ψύχους. Σε αυτό το στάδιο, οι οφθαλμοί ανοίγουν και αναπτύσσονται μόλις υπάρξουν ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης. Σε περιπτώσεις που οι ανάγκες ωρών ψύχους ικανοποιηθούν νωρίς μέσα στο έτος, ενώ δεν υπάρχουν ακόμα οι κατάλληλες συνθήκες, δεν επιτελείται καμία διεργασία ανάπτυξης έως ότου αυτές καταστούν ευνοϊκές.

Ανάπτυξη καρπού

Η ανάπτυξη του καρπού ξεκινά με την άνθιση και λήγει με τη συγκομιδή του καρπού. Η μετάβαση του από το στάδιο του άνθους σε αυτό του καρπού χρήζει γονιμοποίησης. Η γονιμοποίηση μπορεί να συμβεί είτε με τη βοήθεια μελισσών είτε με τη βοήθεια ανέμων. Πολλά από τα άνθη δεν παράγουν καρπούς. Τα μη λειτουργικά (ατελή) άνθη μπορεί να υπολείπονται σε αναπαραγωγικά όργανα λόγω προβλημάτων κατά την ανάπτυξή των ή λόγω ζημιών από χειμερινούς παγετούς, ενώ η γονιμοποίηση είναι πιθανό να αποτύχει και σε υγιή άνθη.

Ο τύπος του καρπού του ροδάκινου είναι δρύπη και ως προς τη δομή του αποτελείται από τέσσερα μέρη. Το φλοιό με το χνούδι στο εξωτερικό που είναι το εξωκάρπιο, το εδώδιμο μέρος (τη σάρκα) που είναι το μεσοκάρπιο, το σκληρό ξυλώδη πυρήνα που είναι το ενδοκάρπιο, και το σπέρμα που βρίσκεται στο εσωτερικό αυτού. Το μέγεθος του καρπού κατά τη συγκομιδή εξαρτάται από το πλήθος των κυττάρων και το μέγεθος αυτών. Η ανάπτυξη του ροδάκινου περιλαμβάνει τρία στάδια, της κυτταροδιαίρεσης, της σκλήρυνσης του πυρήνα και του τελικού φουσκώματος

Στάδιο 1ο: Κυτταροδιαίρεση

Λαμβάνει χώρα σε όλο τον καρπό, αλλά κύρια στο ενδοκάρπιο. Μετά το πέρας του συγκεκριμένου σταδίου το ενδοκάρπιο και το περιεχόμενο σε αυτό σπέρμα έχει φτάσει στο μέγιστό του μήκος. Το συγκεκριμένο στάδιο διαρκεί περίπου 30-50 ημέρες ανάλογα την εποχή ωρίμανσης της ποικιλίας.

Στάδιο 2ο: Σκλήρυνση πυρήνα

Στο στάδιο αυτό, κυρίαρχες είναι οι εσωτερικές μεταβολές, ενώ τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του καρπού αλλάζουν ελάχιστα. Ο πυρήνας σκληραίνει και το έμβρυο το οποίο αναπτύχθηκε κατά το πρώτο στάδιο ως ενδοσπέρμιο, αναπτύσσει ένα πρωτογενές ριζίδιο, το νεαρό βλαστό και δύο φύλλα, τις κοτυληδόνες. Η διάρκεια αυτής της φάσης ποικίλλει από μερικές ημέρες έως και αρκετές εβδομάδες. Στις πρώιμες ποικιλίες, το συγκεκριμένο στάδιο είναι αρκετά σύντομο. Έτσι το διάγραμμα της σιγμοειδούς καμπύλης που αφορά την καρπική ανάπτυξη είναι αρκετά παραλλαγμένο για αυτές τις ποικιλίες.

Στάδιο 3ο: Φούσκωμα καρπού

Είναι μια περίοδος ταχείας ανάπτυξης, η οποία αποτελεί απόρροια της διόγκωσης των κυττάρων που είχαν σχηματιστεί κατά τη διάρκεια του πρώτου σταδίου στη σάρκα του καρπού. Διαρκεί κατά κανόνα περίπου 3-5 εβδομάδες για όλες τις ποικιλίες.

1.5 Σχίσιμο πυρήνα

Το σχίσιμο πυρήνα αποτελεί ένα από τα πλέον αρνητικά χαρακτηριστικά καρπών στην καλλιέργεια ροδάκινων και μπορεί να είναι είτε φανερό (κούφιοι καρποί με άνοιγμα στον ποδίσκο), είτε κρυφό (σχισμένος πυρήνας χωρίς εξωτερικό άνοιγμα). Οι καρποί των οποίων ο πυρήνας έχει σχιστεί έχουν διαφοροποιημένο σχήμα από τους κανονικούς, έχοντας λιγότερο σφαιρικό σχήμα με πιο διακριτά τα δύο τους ημισφαίρια. Εμφανίζεται στο τέλος του 2ου σταδίου ανάπτυξης του καρπού, συγχρόνως με την ολοκλήρωση της σκλήρυνσης του πυρήνα, ενώ γίνεται αντιληπτό 2-4 εβδομάδες μετά την εισαγωγή του δέντρου στο 3ο στάδιο καρπικής ανάπτυξης. Τότε είναι το χρονικό σημείο που σχηματίζεται η λιγνίνη, ουσία που είναι υπεύθυνη για την ένωση των δύο ημισφαιρίων του πυρήνα.

Η εμφάνιση αυτού του χαρακτηριστικού εξαρτάται τόσο από γονιδιακούς παράγοντες της εκάστοτε ποικιλίας όσο και από κλιματικούς παράγοντες αλλά και από καλλιεργητικές πρακτικές που συμβάλλουν στην αύξηση του μεγέθους του καρπού. Η αυστηρότητα και το χρονικό διάστημα αραιώματος είναι σημαντικά στην εμφάνιση σχισμένων πυρήνων, με την αυστηρότητα να παίζει πρωταρχικό ρόλο (Drogoudi, 2009).

Το αυστηρότερο αραίωμα οδηγεί σε ποσοστιαία αύξηση των σχισμένων πυρήνων, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με το πρωιμότερο αραίωμα. Για τη συχνότητα εμφάνισης του φαινομένου ευθύνονται κι άλλες καλλιεργητικές πρακτικές, όπως η αζωτούχος λίπανση, και η ένταση άρδευσης. Επίσης, ρόλο διαδραματίζει και το φορτίο καρποφορίας του δέντρου.

Τα ροδάκινα με σχισμένο πυρήνα χαρακτηρίζονται από μειωμένη εμπορευσιμότητα. Όταν το συγκεκριμένο γνώρισμα παρατηρείται σε εκπύρηνα ροδάκινα και είναι εμφανές (κούφια ροδάκινα), υπάρχει μεγάλος κίνδυνος προσβολής αυτών των φρούτων από διάφορες ασθένειες όπως η μονίλια. Αυτό συμβαίνει, καθώς το εγκλωβιζόμενο νερό εντός του καρπού, δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης ασθενειών. Στα συμπύρηνα ροδάκινα, σε αυτά που είναι εμφανές το σχίσιμο πυρήνα απομακρύνονται άμεσα, ενώ αυτά που το σχίσιμο πυρήνα είναι κρυφό εισέρχονται εντός των γραμμών επεξεργασίας αυξάνοντας παράλληλα το κόστος παραγωγής. Κατά την επεξεργασία αυτών είναι πιθανό να δημιουργηθούν θραύσματα προερχόμενα από τον πυρήνα κατά τη μηχανική κοπή των φρούτων, και να εισέλθουν στη σάρκα, μειώνοντας την εμπορική αξία της κομπόστας και αποτελώντας παράλληλα κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία. Έτσι απαιτείται εργατικό προσωπικό για τον έλεγχο και την αφαίρεσή ολόκληρων των πυρήνων ή των θραυσμάτων του πυρήνα.

2. Πολλαπλασιασμός και Υποκείμενα

2.1 Υποκείμενα

Τι είναι το υποκείμενο;

Τα υποκείμενα είναι φυτά τα οποία έχουν επιλεχθεί επειδή διαθέτουν κάποια επιθυμητά χαρακτηριστικά, στα οποία εφαρμόζεται εμβολιασμός της επιθυμητής ποικιλίας. Ως αποτέλεσμα, δημιουργείται ένα νέο φυτό, στο οποίο η ρίζα και η κόμη προέρχονται από διαφορετικά φυτά με τα οποία διαφέρει γενετικά. Μεταξύ εμβολίου και υποκειμένου υπάρχει αλληλοεπίδραση. Το εμβόλιο επηρεάζει τα χαρακτηριστικά της ρίζας και αντιστρόφως, το υποκείμενο επηρεάζει τα χαρακτηριστικά της κόμης του δέντρου.

Το υποκείμενο επηρεάζει:

  • Την ανάπτυξη του δέντρου
  • Το σχήμα μόρφωσης
  • Την ποιότητα του καρπού
  • Τη θρεπτική κατάσταση του δέντρου
  • Επαναφύτευση
  • Την ανθεκτικότητα σε εδαφοκλιματικές συνθήκες
    • Ασβεστολιθικά εδάφη
    • Ασφυξία ριζών από νεροκράτημα
    • Βιοτικούς παράγοντες

2.2 Υποκείμενα ροδακινιάς που χρησιμοποιούνται σήμερα

Τα υποκείμενα που χρησιμοποιούνται σήμερα κατατάσσονται σε πέντε κατηγορίες:

 ● Υποκείμενα που ανήκουν στο είδος της ροδακινιάς.

● Υποκείμενα που ανήκουν στα διάφορα είδη δαμασκηνιάς.

● Υποκείμενα που είναι υβρίδια προερχόμενα από διασταυρώσεις μεταξύ ροδακινιάς και άλλων πυρηνόκαρπων.

● Υποκείμενα που είναι υβρίδια μεταξύ διαφόρων (εκτός της ροδακινιάς) ειδών πυρηνόκαρπων.

● Υποκείμενα που ανήκουν στα διάφορα (εκτός της ροδακινιάς) είδη πυρηνόκαρπων.

To GF677 είναι το πιο διαδεδομένο κλωνικό υποκείμενο για την ροδακινιά και προέρχεται από διασταύρωση αμυγδαλιάς με ροδακινιά (αμυγδαλοροδάκινο). Παρουσιάζει καλή συμβιβαστότητα με όλες τις ποικιλίες ροδακινιάς και νεκταρινιάς. Θεωρείται το πιο κατάλληλο υποκείμενο για ξηρά και ασβεστώδη εδάφη. Στα αλκαλικά εδάφη, λόγω υψηλής περιεκτικότητας του εδάφους σε ασβέστιο, η καλλιέργεια της ροδακινιάς εμφανίζει χλώρωση λόγο έλλειψης του σιδήρου. Το πρόβλημα αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί με την χρήση αυτού του υποκειμένου. Επιπλέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για επαναφυτεύσεις, σε εδάφη που ήταν προηγουμένως φυτεμένα με ροδακινιές. Το GF677 επιτρέπει, επίσης, την καλλιέργεια ροδακινιάς και νεκταρινιάς σε χαμηλότερης γονιμότητας εδάφη. Δίνει πολύ παραγωγικά δέντρα. Παρουσιάζει ζωηρότητα 15% μεγαλύτερη από τα σπορόφυτα ροδακινιάς. Γι’ αυτό δεν είναι πολύ κατάλληλο για ζωηρές ποικιλίες και πλούσια εδάφη. Δεν αντέχει την υψηλή εδαφική υγρασία η οποία προκαλεί ασφυξία στο ριζικό σύστημα. Είναι ευαίσθητο στους νηματώδης καθώς και σε διάφορους μικροοργανισμούς (μύκητες, βακτήρια).

Το υποκείμενο Mirared είναι υβρίδιο μεταξύ τους Prunus cerasifera και του Nemared. Ως προς την ζωηρότητα είναι 10-15% λιγότερο ζωηρό σε σχέση με το GF 677. Είναι υποκείμενο ανθεκτικό σε όλα τα νηματώδη, καθώς και σε κάποια άλλα παθογόνα εδάφους όπως η Armillaria και η Phytophthora. To Mirared είναι πιο ανεκτικό από το GF 677 σε βαριά εδάφη και μπορεί να αναπτυχθεί σε εδάφη με μέγιστη τιμή ενεργού ασβέστη περίπου 10%.

2.3 Πολλαπλασιασμός

Πολλαπλασιάζονται με:

  • Μοσχεύματα (φυλλοφόρα, ξυλοποιημένα)
  • Καταβολάδες
  • Ιστοκαλλιέργεια

Ακολουθεί εμβολιασμός στο φυτώριο ανάπτυξης (συνήθως από τα μέσα καλοκαιριού ως τέλη φθινοπώρου-με κοιμώμενο).

Πολλαπλασιασµός µε άφυλλα ξυλοποιηµένα µοσχεύµατα

Ο πολλαπλασιασµός των φυτών µε ξυλοποιηµένα άφυλλα µοσχεύµατα πραγµατοποιείται κατά την περίοδο του φθινοπώρου έως την περίοδο αρχών άνοιξης, όταν οι ιστοί έχουν ωριµάσει και η αύξηση έχει σταµατήσει. Για τα µεν φυλλοβόλα δένδρα η περίοδος αυτή ουσιαστικά σηµατοδοτείται από την πτώση των φύλλων, ενώ για τα αειθαλή η περίοδος αυτή προσδιορίζεται ηµερολογιακά. Στα αειθαλή µικρή σηµασία έχει για την ελιά, όπου οι κλάδοι που χρησιµοποιούνται είναι ηλικίας µεγαλύτερης των δύο ετών χωρίς φύλλα. Ο αριθµός των ειδών που πολλαπλασιάζονται µε αυτόν τον τρόπο είναι κατά πολύ µικρότερος από αυτόν των ειδών που πολλαπλασιάζονται µε φυλλοφόρα µοσχεύµατα. Κυρίως αναφέρεται σε φυλλοβόλα είδη, για τα οποία όµως η τεχνική αυτή αγενούς πολλαπλασιασµού είναι υψίστης σηµασίας. Η µέθοδος αυτή µπορεί να λειτουργήσει τόσο εναλλακτικά όσο και επικουρικά της µεθόδου µε φυλλοφόρα µοσχεύµατα, ενώ σε ορισµένες περιπτώσεις αποτελεί κύριο τρόπο πολλαπλασιασµού, όπως θα δούµε και παρακάτω. Σε αυτή τη µέθοδο επειδή τα µοσχεύµατα βρίσκονται σε διάπαυση – λήθαργο, είναι πολύ εύκολο να τα µεταχειριστούµε, χωρίς βιασύνες και επιπλοκές. Άλλωστε κατά το χρονικό αυτό διάστηµα οι δουλειές σε ένα φυτώριο είναι κατά πολύ µικρότερες σε σχέση µε αυτές που πραγµατοποιούνται την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού. Επιπλέον επειδή για ορισµένα είδη δεν απαιτείται ιδιαίτερη υλικοτεχνική υποδοµή, µπορεί να εφαρµοστεί και από µικρά φυτώρια. Απαραίτητη προϋπόθεση όµως για την επιτυχία αυτής της µεθόδου αποτελεί η δηµιουργία και διατήρηση µητρικής φυτείας υπό µορφή κυρίως φυτοφρακτών.

Εγκατάσταση και ανάπτυξη µητρικής φυτείας

Η εγκατάσταση της µητρικής φυτείας πρέπει να γίνεται κάτω από αυστηρούς κανόνες, γιατί αποτελεί µια µακρόχρονη επένδυση για το φυτώριο και σε καµία περίπτωση δεν πρέπει να γίνουν λάθη τα οποία για να διορθωθούν θα απαιτήσουν µερική ή ολική καταστροφή της µητρικής φυτείας. Κατά την εγκατάσταση λοιπόν της µητρικής φυτείας θα πρέπει να προσεχθούν τα παρακάτω (τα παρακάτω ισχύουν και για εγκατάσταση µητρικής φυτείας για κοπή φυλλοφόρων µοσχευµάτων):

• Τα φυτά που θα χρησιμοποιηθούν να είναι πιστά της ποικιλίας ή του υποκειμένου και υγιή. Καλό θα είναι να αποφεύγονται εμβολιασμένα φυτά, ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος πολλαπλασιασμού του υποκειμένου, σε περίπτωση που θέλουμε να πολλαπλασιάσουμε την ποικιλία.

• Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην προετοιμασία του εδάφους, όπου οι προδιαγραφές περιγράφονται στην άσκηση 2 περί καταβολάδων και εγκατάστασης της φυτείας.

• Η φύτευση των φυτών θα πρέπει να γίνεται µε τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγονται να µπουν σε κοντινές αποστάσεις είδη ή ποικιλίες µε παρόµοιο φύλλωµα, προς αποφυγή λαθών κατά την παραλαβή µοσχευµάτων (ισχύει για φυλλοφόρα µοσχεύµατα), π.χ. καλό είναι να αποφεύγονται να φυτεύονται κοντά υποκείµενα µηλιάς, ενώ µπορούµε να φυτεύσουµε ενδιάµεσα 44 υποκείµενα κερασιάς, ροδακινιάς κτλ., φυτά δηλαδή µε διαφορετικό φύλλωµα.

• Οι αποστάσεις φύτευσης κυµαίνονται από 0.3-0.5 µέτρα επί της γραµµής και περί το 1.8 – 2.2 µέτρα μεταξύ των γραµµών, ενώ αν πρόκειται για παραλαβή φυλλοφόρων µοσχευµάτων οι αποστάσεις αυτές διαμορφώνονται στα 0.9 – 1.8 µέτρα επί της γραµµής και 0.7 – 2.0 µέτρα µεταξύ των γραµµών.

• Μπορούµε αρχικά να φυτεύσουµε πιο πυκνά και στη συνέχεια να αραιώσουµε, έχοντας υπόψη ότι λόγω των µικρών αποστάσεων µπορεί να οξυνθούν προβλήµατα φυτοπροστασίας. Επιπλέον πρέπει να έχουµε υπόψη ότι θα χρειαστεί και συχνή ανανέωση των φυτών της µητρικής φυτείας, σε χρόνο που εξαρτάται από το είδος, τις εδαδοκλιµατικές συνθήκες, τις καλλιεργητικές φροντίδες και την απόδοση της φυτείας σε µοσχεύµατα.

• Μπορούµε να τοποθετήσουµε πλαστικό εδαφοκάλυψης επάνω στη γραµµή για να αποφύγουµε τον ανταγωνισµό µε τα ζιζάνια και να εξασφαλίσουµε επάρκεια υγρασίας (εξοικονόµηση νερού). Για την αντιµετώπιση των ζιζανίων µπορούµε να χρησιµοποιήσουµε ειδικά ζιζανιοκτόνα εγκεκριµένα για χρήση σε φυτώρια, όπως τα napropamide, oxadiazon κτλ.

• Η λιπαντική αγωγή που θα ακολουθηθεί είναι σηµαντική για την ευρωστία και τη διάρκεια ζωής της µητρικής φυτείας. Πρέπει να έχουµε υπόψη ότι τα πυρηνόκαρπα (τα υποκείµενά τους) είναι ευαίσθητα σε χλώρωση µαγνησίου και ίσως χρειαστεί να ενσωµατώσουµε θειϊκό µαγνήσιο στο έδαφος πριν τη φύτευση. Οι εφαρµογές αζώτου καλό είναι να γίνονται στην αρχή της βλαστικής περιόδου ενώ αυτή του καλίου αργότερα.

• Το κλάδεµα παίζει πολύ σηµαντικό ρόλο αφού: o Αυξάνει τη ζωηρότητα και τον αριθµό των παραγοµένων βλαστών o Ρυθµίζει την ισορροπία βλάστησης – ριζικού συστήµατος o Ρυθµίζει το µέγεθος και το σχήµα του φυτού.

 Γενικές οδηγίες περί του κλαδέµατος συντήρησης της µητρικής φυτείας συνοψίζονται στα κάτωθι:

• Αποµάκρυνση ξερών και άρρωστων τµηµάτων

• Αποµάκρυνση γενετικών µεταλλάξεων

• Αποµάκρυνση ανθοφόρων οφθαλµών

• Αποµάκρυνση υπολειµµάτων καλλιέργειας

• Τα δένδρα της µητρικής φυτείας µορφώνονται υπό µορφή µικρού δένδρου ύψους περί τα 0.6 µέτρα µε πολλούς βραχίονες (7-10). Αυτό επιτυγχάνεται µε τη σύντµηση των δένδρων τη χρονιά φύτευσης στο επιθυµητό ύψος και το αυστηρό κλάδεµα κάθε χρόνο.

• Τον επόµενο της φύτευσης χειµώνα οι βλαστοί που έχουν αναπτυχθεί συντέµνονται στους 2-3 οφθαλµούς, ώστε να προωθηθεί η δηµιουργία νέας πλούσιας βλάστησης. Από τον επόµενο χειµώνα αρχίζει η παραλαβή αξιόλογου αριθµού βλαστών για µοσχεύµατα µε τη βοήθεια κάθε χρόνο αυστηρού κλαδέµατος. Αυτό γίνεται µετά την κοπή των κατάλληλων βλαστών για την παραγωγή µοσχευµάτων, οπότε οι υπόλοιποι που παραµένουν κλαδεύονται αυστηρά, στους 2-3 οφθαλµούς, ώστε να προωθηθεί η δηµιουργία ζωηρής νέας βλάστησης.

• Προς αποφυγή εξάντλησης της µητρικής φυτείας γίνονται όλες εκείνες οι καλλιεργητικές φροντίδες που θα εξασφαλίζουν τη µακροβιότητα της (φυτοπροστασία, άρδευση, λίπανση).

Ο πολλαπλασιασμός της ροδακινιάς απαιτεί ενοφθαλμισμό με όρθιο Τ πάνω σε υποκείμενα σπορόφυτα ή κλώνους ηλικίας 1-2 χρόνων. Ο ενοφθαλμισμός μπορεί να γίνει την άνοιξη, το καλοκαίρι (μέσα Ιουλίου) και το φθινόπωρο (αρχές Σεπτεμβρίου). Ο ενοφθαλμισμός την άνοιξη γίνεται μόλις αρχίσει να αποκολλάται εύκολα ο φλοιός του υποκείμενου με κοιμώμενο οφθαλμό από εμβολιοφόρους βλαστούς, που κόπηκαν έγκαιρα και διατηρήθηκαν κατάλληλα συσκευασμένοι σε θερμοκρασία 3-4oC. Σαν πιο κατάλληλη όμως εποχή θεωρείται το καλοκαίρι και το φθινόπωρο με ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, περίοδοι που εξασφαλίζουν και κατάλληλα εμβόλια.

Το παραγόμενο δενδρύλλιο συνήθως διατίθεται ως μονοετές την επόμενη χρονιά, τέλη φθινοπώρου, ή ως διετές την μεθεπόμενη χρονιά κατά την ίδια περίοδο. Η διάρκεια ζωής της καλλιέργειας ροδακινιάς είναι 10-15 έτη. Έτσι οι κατάλληλες για καλλιέργεια ροδακινιάς εκτάσεις έχουν επαναφυτευθεί τουλάχιστον 2-3 φορές στην Ελλάδα. Για να αποφευχθεί το πρόβλημα της επαναφύτευσης, το μόνο υποκείμενο που χρησιμοποιείται στην Ελλάδα είναι το GF 677. Το υποκείμενο αυτό πολλαπλασιάζεται εύκολα με φυλλοφόρα και χειμερινά μοσχεύματα, αλλά τα μεγάλα φυτώρια το πολλαπλασιάζουν αποκλειστικά με ιστοκαλλιέργεια.

Επάνω του εμβολιάζονται οι ποικιλίες τον Αύγουστο, όταν το υποκείμενο έχει αναπτυχθεί 5-6 μήνες στο φυτώριο. Ο οφθαλμός του εμβολίου θα εκπτυχθεί τον επόμενο Μάρτιο και το αναπτυγμένο φυτό θα πουληθεί τον επόμενο Οκτώβριο. Υπάρχει και μια πιο ταχεία μέθοδος, όπου τα υποκείμενα από ιστοκαλλιέργεια μετά την ελάχιστη ανάπτυξη τους στην τράπεζα υδρονέφωσης, εμβολιάζονται αργά το χειμώνα. Το εμβόλιο εκβλαστάνει αμέσως και έχει αναπτυχθεί έως 20cm έως τον Απρίλιο, όταν και μεταφυτεύεται στο φυτώριο να συνεχίσει την ανάπτυξη τους και να γίνει αναπτυγμένο (έως 2,5m ύψος) τον ίδιο Οκτώβριο (σε 1 χρόνο).

Το υποκείμενο παίζει καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση του δέντρου καθώς είναι υπεύθυνο για το ριζικό σύστημα και συνεπώς για την προσαρμοστικότητα του δέντρου στα διάφορα εδάφη και στο μικροκλίμα της κάθε περιοχής. Κυριότερα υποκείμενα της ροδακινιάς είναι τα σπορόφυτα, τα κλωνικά και τα Υβρίδια ροδακινιάς x αμυγδαλιάς.

3. Ποικιλίες της ροδακινιάς

Ποικιλία ονομάζεται το σύνολο των δέντρων, γενετικά πανομοιότυπων τόσο μεταξύ τους όσο και με το μητρικό δέντρο, τα οποία δεχόμενα τις ίδιες καλλιεργητικές φροντίδες, παράγουν την ίδια ακριβώς εποχή, σε κάθε τόπο (ίδιες κλιματικές συνθήκες), πανομοιότυπους καρπούς. Μεγάλη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην επιλογή της ποικιλίας λαμβάνοντας υπόψη τα παρακάτω χαρακτηριστικά :

● Τον χρόνο ωρίμανσης των καρπών.

● Το μέγεθος του καρπού.

● Το χρώμα της σάρκας του καρπού(λευκόσαρκο ή κιτρινόσαρκο).

● Την ευκολία αποχωρισμού από τον πυρήνα (εκπύρηνο, ημιεκπύρηνο ή συμύρηνο ροδάκινο).

● Την ύπαρξη ή μη χνουδιού (κοινό ροδάκινο ή νεκταρίνι).

● Την συνεκτικότητα της σάρκας κατά την ωρίμανση και το ειδικό βάρος του καρπού.

● Τις απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες για την διακοπή του ληθάργου των ανθοφόρων οφθαλμών.

 Τα ροδάκινα χωρίζονται σε τρεις βασικές κατηγορίες :

● Επιτραπέζια ροδάκινα (με χνούδι)

● Νεκταρίνια (χωρίς χνούδι)

● Ροδάκινα κατάλληλα για κονσερβοποίηση (συμπήρηνα)

3.1 Επιτραπέζιες ποικιλίες ροδακινιάς

 Royal Glory: Είναι ποικιλία ζωηρή και παραγωγική με μέτριες απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες. Ο καρπός είναι ημι-εκπύρηνος μέσου μεγέθους, σχήματος στρογγυλού-ελλειπτικού ελαφρά ασύμμετρου, έχει σάρκα κίτρινη πολύ τραγανή. Είναι πολύ ανθεκτική στις μεταχειρίσεις και τις μεταφορές. Η επιδερμίδα της είναι λίγο χνουδωτή, μετρίως λαμπερή, με επίχρωμα κόκκινο το οποίο καλύπτει κατά 90-100% τον καρπό ακόμη και σε πρώιμο στάδιο πριν την συγκομιδή. Ωριμάζει περίπου 7 ημέρες μετά την Red Haven.

Red Haven: Ο καρπός της έχει μέτριο μέγεθος και σχήμα σφαιρικό. Ο Φλοιός έχει χρώμα κίτρινο με βαθύ κόκκινο επίχρωμα. Η σάρκα είναι κίτρινη, ημιεκπύρινη και συνεκτική. Ωριμάζει κατά το δεύτερο δεκαήμερο του Ιουλίου. Είναι μέτρια ζωηρή και πολύ παραγωγική ποικιλία. Είναι κατάλληλη για νωπή κατανάλωση και κονσερβοποίηση.

Elegan Lady: Ο καρπός της έχει μεγάλο και σφαιρικό σχήμα. Ο φλοιός είναι βαθυκόκκινος. Η σάρκα είναι κίτρινη και συνεκτική. Ωριμάζει κατά το τέλη του πρώτου δεκαήμερου του Αυγούστου. Σαν δένδρο είναι καλής ζωηρότητας και παραγωγική ποικιλία. Θεωρείται ποικιλία πολύ καλής ποιότητας και κατάλληλη για νωπή κατανάλωση. 20 Spring Crest Ο καρπός της έχει μικρό έως μέτριο μέγεθος και σχήμα σφαιρικό. Ο φλοιός είναι κόκκινος. Η σάρκα είναι κίτρινη, ημιεκπύρηνη και συνεκτική. Ωριμάζει κατά τα τέλη Ιουνίου με αρχές Ιουλίου. Είναι ζωηρή και παραγωγική ποικιλία. Θεωρείται ποικιλία πολύ καλής ποιότητας και κατάλληλη για νωπή κατανάλωση.

3.2 Ποικιλίες νεκταρινιών

 Adriana: Είναι ποικιλία μετρίως ζωηρή και παραγωγική με μέτριες απαιτήσεις σε χαμηλές θερμοκρασίες. Είναι νεκταρίνι κιτρινόσαρκο. Ο καρπός είναι συμπύρηνος μικρού-μέτριου μεγέθους. Η επιδερμίδα της είναι κίτρινη και καλύπτεται κατά 80–90% από κόκκινο λαμπερό επίχρωμα. Είναι ποικιλία πρώιμη και ωριμάζει 21–24 μέρες πριν την Red Haven.

Big Top: Είναι κιτρινόσαρκη παραγωγική ποικιλία με μεγάλους καρπούς που αποκτούν κόκκινο χρώμα στο 90% της επιδερμίδας. Η σάρκα είναι ιδιαίτερα χυμώδης και γλυκιά. Συγκομίζεται το τρίτο δεκαήμερο του Ιουνίου. Venus Υβρίδιο με καλή παραγωγικότητα. Ωριμάζει 30 μέρες μετά την Red Haven. Δέντρο μέτριας ζωηρότητας. Καρπός μεγάλου μεγέθους. Εμφανίζει κάποια προβλήματα με κούφιους καρπούς και ευαισθησία στη Μονίλια. Περίοδος ωρίμανσης 5-15 Αυγούστου.

Red Gold: Πολύ παραγωγική ποικιλία με μεγάλους καρπούς, που αποκτούν κατά την ωρίμανση σκούρο κόκκινο χρώμα στο 50 – 60% της επιφάνειάς τους και κίτρινο στο υπόλοιπο. Οι καρποί ωριμάζουν το 1ο δεκαήμερο του Αυγούστου και είναι ανθεκτική στο ψύχος.

Morshiani 90: Όψιμη και παραγωγική ηλικία με μεγάλους κόκκινους καρπούς που έχουν κίτρινη σάρκα. Επιλέγεται για την περίοδο της συγκομιδής των καρπών της, που μπορεί να φθάσει μέχρι και τις αρχές Σεπτεμβρίου.

Rita Star: Πολύ παραγωγική ηλικία με ζωηρή ανάπτυξη. Σχηματίζει καρπούς μέτριου μεγέθους με κόκκινο χρωματισμό στο 80 – 100% της επιδερμίδας τους και κίτρινη σάρκα. Ωριμάζει το 21 δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιουνίου. Καλλιεργείται κυρίως σε περιοχές με υψηλή θερμοκρασία.

4. Κλίμα και Έδαφος

Η ροδακινιά και η μηλοροδακινιά ευδοκιμούν σε εδάφη βαθιά και κατά προτίμηση αμμοπηλλώδη, με καλή αποστράγγιση και πτωχά σε ανθρακικό ασβέστιο. Τα βαριά εδάφη ή με κακή αποστράγγιση πρέπει να αποφεύγονται, γιατί επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη των δένδρων, την παραγωγή και την ποιότητα των καρπών. Σε τέτοια εδάφη, λόγω της υπερβολικής υγρασίας και του κακού αερισμού, παρατηρείται χλώρωση στα φύλλα του δένδρου που διορθώνεται δύσκολα.

Η ροδακινιά είναι δέντρο που του είναι απαραίτητη η έντονη ηλιοφάνεια και θερμότητα έτσι ώστε να παράγει καρπούς. Είναι απαραίτητο το ξηρό και ζεστό καλοκαίρι με θερμοκρασίες που να φτάνουν ακόμη και τους 35 βαθμούς Κελσίου περίπου. Οι περιοχές με αυξημένη υγρασία είναι καλό να μη προτιμούνται διότι είναι δύσκολο έως αδύνατο να καταπολεμηθούν κάποιες μυκητολογικές ασθένειες.

ΕΔΑΦΟ-ΚΛΙΜΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

  1. Εύκρατο περιβάλλον
  2. Κλίμα γλυκό, ήπιο
  3. Έντονη ευαισθησία στη θερμοκρασία στην οποία καλλιεργείται
  4. Εδάφη μέσης σύστασης, βαθιά και όχι αλκαλικά.

4.1 Εγκατάσταση

Το έδαφος, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για την εγκατάσταση ενός ροδακινεώνα, οργώνεται πριν απ’ τη φύτευση σε βάθος 30-40cm. Το όργωμα αποσκοπεί στην καταστροφή των πολυετών ζιζανίων και στην αφρατοποίηση του εδάφους, που είναι απαραίτητη για την καλύτερη ανάπτυξη του ριζικού συστήματος των δένδρων. Πριν απ’ το όργωμα λαμβάνονται δείγματα εδάφους και γίνονται αναλύσεις και ανάλογα με τα αποτελέσματα της ανάλυσης καθορίζεται το είδος και η ποιότητα των χημικών λιπασμάτων, που είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των δέντρων. Αν η εξεύρεση κοπριάς είναι εύκολη, τότε ενδείκνυται η προσθήκη 2-3 τόνων κατά στρέμμα για τη βελτίωση της γονιμότητας του εδάφους. Μετά το όργωμα και κατά μήκος των γραμμών φύτευσης των δένδρων, το έδαφος απολυμαίνεται συνήθως με χλωροπικρίνη.

Πριν απ’ τη φύτευση γίνεται η επισήμανση των θέσεων φύτευσης των δένδρων, η διάνοιξη των λάκκων, διαστάσεων 45 x 45cm και ακολουθεί η φύτευση των δένδρων. Κατά τη φύτευση τα δενδρύλλια φυτεύονται στο ίδιο βάθος, που ήταν στο φυτώριο, και το επιφανειακό χώμα ρίχνεται στη βάση του ριζικού συστήματος των δενδρυλλίων. Κατά την προσθήκη του χώματος πιέζεται ελαφρά αυτό μέχρι της πλήρους πληρώσεως των λάκκων, αποφεύγοντας να προξενηθεί ζημιά στο ριζικό σύστημα. Τα δενδρύλλια φυτεύονται γυμνόριζα. Μετά τη φύτευση ακολουθεί το πότισμα των δενδρυλλίων και η προσθήκη μικρής ποσότητας κοπριάς γύρω απ’ το δενδρύλλιο, που αποσκοπεί στη μη εκβλάστηση των ζιζανίων και στη διατήρηση της υγρασίας του εδάφους, παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά την ανάπτυξη των δενδρυλλίων κατά τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης των.

4.2 Καλλιέργεια εδάφους

Η καλλιέργεια του εδάφους του ροδακινεώνα αποσκοπεί στην αύξηση ή διατήρηση της περιεκτικότητας του σε χούμο, την αποθήκευση νερού, στη διατήρηση της γονιμότητας του και στην ποσοτική και ποιοτική αύξηση της παραγωγής. Διενεργείται με μηχανικά ή χημικά μέσα. Τα ζιζανιοκτόνα, που χρησιμοποιούνται σε ροδακινεώνα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: (α) προφυτρωτικά (προστίθενται στο έδαφος προτού φυτρώσουν τα ζιζάνια) και (β) μεταφυτρωτικά (παρέχονται στο φύλλωμα των ζιζανίων). Τα συνήθως χρησιμοποιούμενα είναι απ’ τα προφυτρωτικά η simazine, το casoron, το diuron κ.ά. και απ’ τα μεταφυτρωτικά το roundup, το paraguat (γκραμοξόν) κ.ά., σύμφωνα πάντοτε με τις οδηγίες χρήσης, που αναγράφονται πάνω στα μέσα συσκευασίας των ιδιοσκευασμάτων.

4.3 Συστήματα φύτευσης

Η ροδακινιά φυτεύεται κατά τετράγωνα και κατά ορθογώνια παραλληλόγραμμα ή γραμμές. Η φύτευση των δενδρυλλίων γίνεται από το Νοέμβριο, μόλις συμπληρωθεί η φυλλόπτωση, μέχρι τις αρχές της άνοιξης, πριν εκπτυχθούν οι οφθαλμοί και πάντοτε με ευνοϊκές εδαφικές και κλιματικές συνθήκες. Η καλλιεργητική τεχνική της νεκταρινιάς είναι η ίδια μ’ αυτή της ροδακινιάς.

4.4 Προβλήματα επαναφύτευσης ροδακινεώνα

Η ροδακινιά αποτυγχάνει να αναπτυχθεί σε εδάφη όπου είχε καλλιεργηθεί πριν ροδακινιά. Μερικά νεαρά δενδρύλλια αποθνήσκουν από το πρώτο καλοκαίρι μετά τη φύτευση, μερικά επιβιώνουν τη πρώτη βλαστητική περίοδο, αλλά δίνουν αδύνατη βλάστηση και αποθνήσκουν το δεύτερο καλοκαίρι. Η αποτυχία ανάπτυξης ίσως να οφείλεται σε νηματώδεις ή αφίδες ριζών ή μυκητολογικές παθήσεις ή κακή αποστράγγιση εδάφους, ή έλλειψη θρεπτικών στοιχείων ή στο χαμηλό pH εδάφους ή σε καχεξία του δενδρυλλίου κατά τη φύτευση. Αυτό ισχύει μόνο για τη ροδακινιά, αφού για παράδειγμα η δαμασκηνιά μπορεί να αναπτυχθεί κανονικά σε εδάφη που προυπήρχε ροδακινιά, όπως και η ροδακινιά σε εδάφη που προυπήρχε δαμασκηνιά. Κάποια ιδιαίτερη φροντίδα των νεαρών δενδρυλλίων και η εφαρμογή λίπανσης, κυρίως αζώτου νωρίς το καλοκαίρι, ίσως δώσει κάποια ικανοποιητικά αποτελέσματα. Το πρόβλημα επιπλέον μπορεί να αντιμετωπιστεί ικανοποιητικά με τη χρήση των κατάλληλων υποκείμενων όπως το GF 677 και GF 1869, και με απολύμανση του εδάφους DD σε δόση 50-60Kg ανά στρέμμα (με θεδάφους = 12-14oC, τουλάχιστον 2 μήνες πριν από τη φύτευση).

4.5 Λίπανση

Η ροδακινιά είναι απαιτητική σε ανόργανα θρεπτικά στοιχεία και κυρίως σ’ άζωτο και κάλι. Το είδος και η ποσότητα του λιπαντικού στοιχείου εξαρτάται απ’ τον τύπο του εδάφους και τη γονιμότητα του, την κατασκευή και την περιεκτικότητα του σε χούμο, απ’ τις κλιματικές συνθήκες κι άλλους παράγοντες. Συνήθως όμως λαμβάνεται υπόψη το μήκος της επάκριας βλάστησης του προηγούμενου χρόνου και η παραγωγή, προκειμένου να καθοριστεί η ποσότητα παροχής των λιπαντικών στοιχείων. Δένδρα με μεγάλη καρποφορία, ή δένδρα με αραιό, η ελαφρά χλωρωτικό φύλλωμα χρειάζονται αυξημένες ποσότητες λίπανσης. Η εμπειρική λίπανση κατά στρέμμα είναι της τάξης 15-20 μονάδες για το άζωτο (σαν θειική αμμωνία 75-100kg λιπάσματος), 5-6 μονάδες για το φώσφορο (σαν υπερφωσφορικό 25-30 kg λιπάσματος) και 15-20 μονάδες για το κάλι (σαν θειικό κάλιο 30-40 kg λιπάσματος) και κάθε 2 χρόνια για το φώσφορο και κάλιo, όταν τα εδαφικά αποθέματα είναι ανεπαρκή. Η προσθήκη των λιπαντικών στοιχείων συνιστάται να γίνεται χρονικά, όπως στη βερικοκιά. Οι ανάγκες της ροδακινιάς σε θρεπτικά στοιχεία μπορεί να προσδιοριστούν επαρκώς μ’ ανάλυση φύλλων, αν και διάφοροι παράγοντες μπορεί να επηρεάσουν την περιεκτικότητα του φύλλου σε κάποιο στοιχείο. Η σύσταση των φύλλων κατά τη διάρκεια της βλαστικής περιόδου ποικίλλει σημαντικά. Η πιο κατάλληλη περίοδος για την παραλαβή φύλλων, για ανάλυση, είναι ο μήνας Ιούλιος. Ως πιο κατάλληλα για δειγματοληψία φύλλα είναι τα φύλλα της βάσης μέχρι τα μέσα του βλαστού, που έχουν εκπτυχθεί πλήρως, γιατί δίνουν πιο σταθερές τιμές.

Η ανάλυση εδάφους έχει πολύ μικρή σημασία στον προσδιορισμό των αναγκών της ροδακινιάς σε θρεπτικά στοιχεία. Όπως και στην δαμασκηνιά παρατηρούνται και στην ροδακινιά φαινόμενα τροφοπενιών.

4.6 Αραίωμα καρπών

Το αραίωμα των καρπών της ροδακινιάς είναι αναγκαίο, γιατί βελτιώνει το μέγεθος και την ποιότητα των καρπών, κυρίως, όταν το δένδρο έχει μεγάλο φορτίο. Ο βαθμός αραιώματος των καρπών εξαρτάται κάπως απ’ το δυνητικό μέγεθος του ώριμου καρπού μιας συγκεκριμένης ποικιλίας. Γενικά, όσο μικρότερο είναι το κανονικό μέγεθος του καρπού κατά την ωρίμανση, τόσο πιο μεγαλύτερη πρέπει να είναι η απόσταση μεταξύ των καρπών, που αφήνονται επί του βλαστού. Η κατάλληλη όμως απόσταση αραιώματος μερικώς εξαρτάται και απ’ τη φυλλική επιφάνεια κατά καρπό και τη ζωηρότητα του δένδρου. Συνήθως απαιτούνται περίπου 35 υγιή, μέσου μεγέθους πράσινα φύλλα για την παραγωγή ενός καρπού καλού μεγέθους και καλής ποιότητας. Κατά το αραίωμα των καρπών, πρέπει να αφήνεται μόνον ένας καρπός σε κάθε 15-20cm επί του βλαστού. Αν και το αραίωμα αυτό είναι αυστηρό και ακριβό, πρέπει να ενθυμούμεθα ότι οι μικροί καρποί δύσκολα διατίθενται στο εμπόριο. Επίσης το αραίωμα διευκολύνει τη συγκομιδή των καρπών και μειώνει τον κίνδυνο σπασίματος των κλάδων, που φέρουν μεγάλο φορτίο. Οι πρώιμες ποικιλίες, που έχουν την τάση να υπερκαρποφορούν, πρέπει να αραιώνονται καλά, πριν από την φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, γιατί έτσι το μέγεθος των καρπών αυξάνει σημαντικά και η ωρίμανση – επιταχύνεται. Οι πρώιμες ποικιλίες έχουν πολύ μικρότερη περίοδο ανάπτυξης του καρπού τους απ’ ότι οι όψιμες. Το πρώιμο αραίωμα των καρπών στις πρώιμες ποικιλίες δεν αυξάνει μόνο το μέγεθος των καρπών, αλλά και την ποσότητα της νεαρής βλάστησης και του μεγέθους των φύλλων. Αν το αραίωμα πολλών πρώιμων ποικιλιών καθυστερήσει πολύ μετά την έναρξη σκλήρυνσης του πυρήνα, το τελικό μέγεθος του καρπού δε θα αυξηθεί σημαντικά. Αυτό επισυμβαίνει κυρίως, όταν κατά την αρχή της βλαστικής περιόδου και κατά τη συγκομιδή επικρατούν ξηρικές καιρικές συνθήκες.

Στις μεσοπρώϊμες και όψιμες ποικιλίες το αραίωμα πρέπει να γίνεται αμέσως μετά τη φυσική καρπόπτωση του Ιουνίου, κατά το οποίο θα πρέπει να αφαιρούνται οι μικρότεροι και ελαττωματικοί καρποί. Πειραματικά δεδομένα, που αφορούν την ποικιλία Elberta έχουν δείξει ότι, αν η καρπόδεση είναι μέτρια και η καρπόπτωση του Ιουνίου είναι μέτρια μεγάλη και το πραίωμα γίνει αμέσως μετά την καρπόπτωση του Ιουνίου, συνήθως συμβάλλει στην παραγωγή καρπών καλού μεγέθους και χρώματος. Αν όμως το αραίωμα καθυστερήσει και γίνει κατά την περίοδο σκλήρυνσης του πυρήνα ή και αργότερα μέχρι την έναρξη της τρίτης περιόδου αύξησης του καρπού, συνεχίζει να έχει θετική επίδραση στην τελική αύξηση του μεγέθους του καρπού. Καλό είναι, κατά το αραίωμα, να λαμβάνεται υπόψη, εκτός απ’ τη συγκεκριμένη απόσταση (15-20cm), που πρέπει να αφήνεται από καρπό σε καρπό επί του βλαστού, η φυλλική επιφάνεια, η ζωηρότητα και η παραγωγική ικανότητα του δένδρου. Μετά από έναν ανοιξιάτικο παγετό, μερικές φορές, τα μόνα άνθη που επιβιώνουν είναι εκείνα που βρίσκονται στη βάση των επάκριων βλαστών του δένδρου. Όταν αυτό επισυμβεί, οι καρποί δεν αραιώνονται, και αν ακόμα ο ένας καρπός αγγίζει τον άλλο, γιατί η φυλλική επιφάνεια είναι επαρκής γι’ όλους τους καρπούς.

Το αραίωμα των καρπών μπορεί να γίνει με το χέρι, με κλάδεμα (αφαίρεση βλαστών) κατά τη χειμερινή περίοδο ή κατά την άνθηση (σε παγετοπληκτες περιοχές), με ειδικά κοντάρια μήκους 1,3 έως 2,6 μέτρων ή και μακρύτερα, με δονητές και με χημικά μέσα. Το αραίωμα των καρπών με το χέρι, αν και είναι ο ακριβότερος τρόπος αραιώματος, είναι όμως και ο καλύτερος. Στη χώρα μας συνηθίζεται το αραίωμα να γίνεται με το χέρι. Οι τρόποι αραιώματος με κλάδεμα, με κοντάρια και δονητές εφαρμόζονται κυρίως στις ΗΠΑ, Αυστραλία και Ν. Αφρική, αλλά δεν είναι πολύ αποτελεσματικοί και χρειάζεται να γίνει συμπληρωματικό αραίωμα με το χέρι. Τα χημικοαραιωτικά (άλλα αποτελεσματικά κατά την άνθηση και άλλα επί των αναπτυσσόμενων καρπών) μπορεί να χρησιμοποιηθούν για αραίωμα των καρπών της ροδακινιάς κάτω υπό ειδικές συνθήκες. Αλλά το καθένα χωριστά δε δίνει σταθερά αποτελέσματα. Τα πιο πολλά προκαλούν χλώρωση στα φύλλα και μερικά φυλλόπτωση στις συνιστώμενες αποτελεσματικές δόσεις. Συνεπώς το χημικό αραίωμα, με τα σημερινά δεδομένα, δε συνιστάται για τη ροδακινιά.

4.7 Κλάδεμα

Στη καλλιέργεια της ροδακινιάς τα πιο επικρατέστερα σχήματα μόρφωσης των δένδρων είναι το κυπελλοειδές, το καθυστερημένο κυπελλοειδές, η κανονική παλμέττα, η αμφίπλευρη παλμέττα, το ατρακτοειδές, το Ύψιλον (Υ) και ο οπωρώνας τύπου λιβάδι. Αμέσως μετά εφαρόζεται κλάδεμα καρποφορίας.

5. Φυτοπροστασία

Με τον όρο φυτοπροστασία αναφερόμαστε στη συστηματική προσπάθεια ελέγχου των εχθρών μιας καλλιέργειας, η οποία αποσκοπεί στη διασφάλιση όσο το δυνατόν ευνοϊκότερων συνθηκών υγείας των φυτών και την εξασφάλιση της ποσότητας και της ποιότητας της γεωργικής παραγωγής.  Υπάρχουν διάφορες μέθοδοι φυτοπροστασίας, με τις κυριότερες να είναι η χημική, η ολοκληρωμένη και η βιολογική. Η χημική αξιοποιεί συνθετικές χημικές ουσίες (εντομοκτόνα και φυτοφάρμακα) προκειμένου να καταπολεμήσει μια τυχόν μόλυνση ή ασθένεια. Ανάλογα με τον τρόπο εφαρμογής της χημικής φυτοπροστασίας, αυτή χωρίζεται σε ημερολογιακή (σχηματική) ή κατευθυνόμενη. Στην ημερολογιακή υπάρχει μια σταθερή, προγραμματισμένη σειρά επεμβάσεων (ψεκασμών), η οποία έχει δρομολογηθεί μετά από σχετική πρόταση των αρμόδιων υπηρεσιών. Είναι μια μέθοδος φυτοπροστασίας που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται ευρύτατα στη χώρα μας λόγω της ευκολίας που τη χαρακτηρίζει. Όμως, διακρίνεται από ένα πολύ σοβαρό μειονέκτημα, καθώς τελικά οι συνολικές επεμβάσεις υπερβαίνουν τις απαραίτητες , με αποτέλεσμα να εμφανίζονται αρνητικές και επιβλαβείς συνέπειες, τόσο στον ανθρώπινο παράγοντα (γεωργοί,  καλλιεργητές, καταναλωτές) αλλά και στο ίδιο το περιβάλλον. Η κατευθυνόμενη χημική προστασία εφαρμόζεται μετά από συνεκτίμηση διαφόρων τοπικών βιοκλιματικών παραγόντων, κάτι που προϋποθέτει εξειδικευμένες γνώσεις και εξοπλισμό και την καθιστά λιγότερο εύχρηστη από την ημερολογιακή, αλλά ταυτόχρονα μειώνει τις αρνητικές συνέπειες. Ακολουθεί μια συνοπτική λίστα με τις εγκεκριμένες δραστικές ουσίες φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Μέσα στην παρένθεση αναφέρεται ο μέγιστος αριθμός εφαρμογών ανά καλλιεργητική περίοδο.

•             Abamectin (2)

•             Abamectin + Acrinathrin (1)

•             Abamectin + Chlorantraniliprole (2)

•             Acetamiprid (2)

•             Aluminium silicate (kaolin) (4)

•             Beauveria bassiana strain atcc 74040 (5)

•             Beta-cyfluthrin (2)

•             Deltamethrin (1)

•             Fatty acid potassium salt (4)

•             Formetanate (1)

•             Lambda-Cyhalothrin (2)

•             Phosmet (2, Εφαρμογή κατά την περίοδο σχηματισμού και χρωματισμού των καρπών (BBCH 71 – 85)

•             Spinetoram (1)

•             Spirotetramat (2, Εφαρμογές μετά την πτώση των πετάλων BBCH: 69-79)

•             tau-Fluvalinate (1)

6. Ωρίμανση – Συγκομιδή – Συντήρηση

Το ροδάκινο είναι πολύ φθαρτός καρπός και γι’ αυτό χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στον καθορισμό του χρόνου συγκομιδής. Όταν είναι ώριμο, κατάλληλο για φάγωμα, είναι εξαιρετικά ευαίσθητο στους χειρισμούς γιατί μωλωπίζεται εύκολα. Η ωρίμανση είναι το τελευταίο στάδιο πριν ξεκινήσει η συλλογή των ροδάκινων από το χωράφι με προορισμό τους καταναλωτές ή τις βιομηχανίες μεταποίησης και επεξεργασίας αυτών. Τα κριτήρια ωρίμανσης που απαιτούνται για κάθε κατηγορία ποικιλιών της ροδακινιάς είναι:

Για τον καθορισμό του κατάλληλου βαθμού ωριμότητας των καρπών των επιτραπέζιων ποικιλιών ροδακινιάς κατά τη συγκομιδή, χρησιμοποιούνται τα κριτήρια ωριμότητας που είναι η αλλαγή του βασικού χρώματος του φλοιού από πράσινο σε λευκοκίτρινο, η συνεκτικότητα της σάρκας και ο αριθμός των μερών απ’ την πλήρη άνθηση. Όπως όμως και στ’ άλλα οπωροφόρα δένδρα έτσι και στην ροδακινιά, ο ζεστός καιρός, κατά την περίοδο μετά την πλήρη άνθηση, μειώνει τον αριθμό των μερών που χρειάζεται για την ωρίμανση των καρπών. Στον καθορισμό του κατάλληλου βαθμού ωριμότητας των ροδάκινων μπορεί να συνεκτιμηθούν και άλλοι παράγοντες, όπως είναι η εύκολη εκπυρήνωση του καρπού, η γεύση, η σχέση σακχάρων προς οξέα και το μέγεθος του καρπού.

Το ροδάκινο είναι κλιμακτηρικός καρπός που ωριμάζει είτε πάνω στο δένδρο ή μετά τη συγκομιδή του. Η ωρίμανση των καρπών ροδακινιάς και νεκταρινιάς σ’ ένα δένδρο γίνεται σταδιακά και διαρκεί συνήθως 10-14 ημέρες. Το στάδιο ωρίμανσης κατά τη συγκομιδή είναι πολύ σημαντικό γιατί επηρεάζει όχι μόνο την ποιότητα του καρπού κατά την κατανάλωση, αλλά και τη δυνατότητα συντήρησής του. Για παράδειγμα τα ροδάκινα που συγκομίζονται νωρίς (firm ripe) έχουν μεν μεγαλύτερη ικανότητα συντήρησης, αλλά εμφανίζουν συχνότερα συμπτώματα φυσιολογικών διαταραχών και δεν αναπτύσσουν πλήρως το άρωμα και τα γευστικά χαρακτηριστικά της ποικιλίας. Αντίθετα, η όψιμη συγκομιδή των καρπών μειώνει σημαντικά τη διάρκεια συντήρησής τους. Οι παραγωγοί συνήθως συγκομίζουν με βάση το μέγεθος του καρπού και το βασικό χρώμα του φλοιού. Ωστόσο, πολλές κυρίως νέες ποικιλίες αναπτύσσουν έντονο κόκκινο χρώμα πολύ πριν ωριμάσουν οι καρποί, με αποτέλεσμα τη μεγάλη ανομοιομορφία ως προς το στάδιο ωρίμανσης των συγκομισμένων καρπών. Επιπλέον, ο βαθμός ωρίμανσης των καρπών μπορεί να αξιολογηθεί με τον προσδιορισμό της συνεκτικότητας της σάρκας (αντίσταση της σάρκας στη πίεση με πιεσόμετρο), μέθοδος όμως που απαιτεί την καταστροφή του καρπού και επομένως μπορεί να εφαρμοστεί σε περιορισμένο αριθμό καρπών. Επιπρόσθετα, η συνεκτικότητα της σάρκας μπορεί να διαφέρει για την ίδια ποικιλία ανάλογα με το μέγεθος του καρπού, τις κλιματικές συνθήκες και τις καλλιεργητικές πρακτικές.

Η συγκομιδή των ροδάκινων αρχίζει στα τέλη Μαΐου και ολοκληρώνεται στα τέλη Σεπτεμβρίου στη Β. Ελλάδα. Βασικό κριτήριο για την έναρξη συγκομιδής μιας ποικιλίας είναι ο βαθμός ωρίμανσης του καρπού. Έτσι, ενώ στους πίνακες ωρίμανσης μπορούμε να δούμε ενδεικτικές ημερομηνίες, οι καιρικές συνθήκες της κάθε χρονιάς επηρεάζουν το χρόνο συγκομιδής (άλλοτε πρώιμη παραγωγή και άλλοτε όψιμη). Σαν ποικιλία αναφοράς θεωρείται η Red Haven που ωριμάζει το πρώτο 10ήμερο του Ιουλίου.

Ο καρπός θεωρείται έτοιμος για συγκομιδή όταν έχει το μέγεθος και το χρώμα που προστάζει η ποικιλία και έχει πλούσιο άρωμα. Συνήθως τα φρούτα συλλέγονται 1-2 μέρες νωρίτερα προκειμένου να είναι πιο σκληρά ώστε να αντέξουν τη συσκευασία, μεταφορά και παραμονή στο μανάβικο προτού καταστραφούν. Συνήθως το ροδάκινο διατηρεί τη σφριγηλότητα του για 2-3 μέρες εκτός ψυγείου και 5-7 μέρες εντός οικιακού ψυγείου. Εδώ και μια πενταετία, όλες οι εθνικές μεταφορές φρούτων πραγματοποιούνται με φορτηγά ψυγεία, ώστε να απολαμβάνει ο Έλληνας καταναλωτής πάντοτε φρέσκα φρούτα.

Σημαντικές Συμβουλές για την ιδανική απόδοση της συντήρησης ροδάκινων σε Ψυκτικούς Θαλάμους

•             Γρήγορη πρόψυξη σε θερμοκρασία 1οC μετρημένη στον πυρήνα των ροδάκινων και διατήρηση της ψυκτικής αλυσίδας σε όλες τις φάσεις διακίνησης του ψυγμένου προϊόντος.

•             Ομοιόμορφη θερμοκρασία μέσα στους ψυκτικούς θαλάμους αποθήκευσης.

•             Πολύ απαραίτητη η εφαρμογή της δυναμικής ψύξης.

•             Η ψύξη του προϊόντος να επιτυγχάνεται με δημιουργία κίνησης αέρα σε χαμηλές ταχύτητες.

•             Διατήρηση του διοξειδίου του άνθρακα (CΟ2)σε μεσαία επίπεδα βοηθά στη διατήρηση της ποιότητας των ροδάκινων αλλά όχι πάνω από 20% γιατί δημιουργούνται δυσάρεστες οσμές και αλλαγές στη γεύση τους.

•             Απομάκρυνση αιθυλενίου.

•             Παρακολούθηση της σκληρότητας των ροδάκινων κατά τη συγκομιδή να είναι μεγαλύτερη από 3,5 kg δύναμης με χρήση πενετρομέτρων ακίδας 8 mm.

•             Παρακολούθηση των σακχάρων των ροδάκινων κατά τη συγκομιδή να είναι μικρότερη από 9ο Brix με χρήση οπτικών διαθλασιόμετρων.

•             Απολύμανση των ψυκτικών θαλάμων πριν τη χρήση τους.

•             Ιδιαίτερη προσοχή στις εξωγενείς οσμές.

Βιβλιογραφία

Agroclica (χ.χ.).Πολλαπλασιασμός  ροδακινιάς. Ανάκτηση από https://www.agroclica.gr/wiki/7/rodakinia

Δάμος, Π. (2009). Βιο-οικολογία και αντιμετώπιση των μικρολεπιδόπτερων της ροδακινιάς στα πλαίσια της ολοκληρωμένη παραγωγής καρπών. Διδακτορική διατριβή. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Γεωπονική Σχολή, Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Ζωολογίας και Παρασιτολογίας.

Δραγούδη, Π., Παντελίδης, Γ., Ζιώγας, Β., Μαγγανάρης, Γ. και Μαγγανάρης, Α. (2015). Μη Καταστροφικός Προσδιορισμός του Σταδίου Ωρίμανσης  Καρπών Ροδακινιάς και Νεκταρινιάς με τη Χρήση Φορητού Φασματοφωτόμετρου. Ανάκτηση από https://pomologyinstitute.gr/wp-content/uploads/2018/11/2015-%CE%9C%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CF%84%CF%81%CE%BF%CF%86%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CE%B4%CE%B9%CE%BF%CF%81%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%83%CF%84%CE%B1%CE%B4%CE%AF%CE%BF%CF%85-%CF%89%CF%81%CE%AF%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CF%83%CE%B7%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CF%80%CF%8E%CE%BD-%CF%81%CE%BF%CE%B4%CE%B1%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%B9%CE%AC%CF%82-.pdf

Ζωάκη-Μαλισιόβα, Δ. (2015). Ολοκληρωμένη Φυτοπροστασία Εργαστήριο. Σημειώσεις μαθήματος. ΤΕΙ Ηπείρου, Τμήμα Τεχνολόγων Γεωπόνων.

Gaiapedia (χ.χ.). Ανάκτηση από http://www.gaiapedia.gr/gaiapedia/index.php/%CE%92%CE%B5%CF%81%CF%85%CE%BA%CE%BF%CE%BA%CE%BA%CE%B9%CE%AC

Gaiaplant (χ.χ.). Τι είναι το υποκείμενο; Ανάκτηση από https://gaiaplant.gr/dendrillia/verikoka/

Gemma (χ.χ.). Οδηγίες φυτοπροστασίας για τη ροδακινιά. Ανάκτηση από https://www.gemma.gr/gr/symvoules-arthra/leptomereies/14925/

Isofruit. (χ.χ.). Σημαντικές Συμβουλές για την ιδανική απόδοση της συντήρησης ροδάκινων σε Ψυκτικούς Θαλάμους. Ανάκτηση από https://www.isofruit.gr/simantikes-symvoyles-gia-tin-idaniki-apodosi-tis-syntirisis-rodakinon-se-psyktikoys-thalamoys/

Παπαδοπούλου, Ε. (2017). Πτυχιακή εργασία του τμήματος Γεωπονίας, Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος

Ρούσος, Π. (2017). Εισαγωγή στη Γενική Δενδροκομική. Σημειώσεις μαθήματος. Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Tsougrana (χ.χ.). Ροδακινιά. Ανάκτηση από https://tsougrana.eu/karpofora/rodakinia

Wikifarmer (χ.χ.). Α΄νακτηση από https://wikifarmer.com/el/

Wikipedia (χ.χ.). Ανάκτηση από https://el.wikipedia.org